Νίκος Καραβίτης
Ο Νίκος Καραβίτης, Αναπληρωτής Καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Υπεύθυνος Παρατηρητηρίου Δημόσιου Τομέα του ΙΟΒΕ, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, αναλύει τι θα σήμαινε η μονομερής απόρριψη των όρων της δανειακής σύμβασης, από την Ελλάδα, λέγοντας ότι θα πάψουν να ισχύουν τα σχετικά δάνεια και θα πάψουν οι εκταμιεύσεις τους, ενώ σημειώνει ότι αν η Ελλάδα αρνηθεί την εξυπηρέτηση του χρέους της θα πρέπει να καταφύγει σε στάση πληρωμών. Ως φυσική εξέλιξη αυτού ο κ. Καραβίτης βλέπει την αναγκαστική έξοδο της χώρας από το ευρώ και την επιστροφή σε μία υποτιμημένη δραχμή στην οποία θα οδηγήσουν οι αγορές, με αποτέλεσμα να βουλιάξει η χώρα στην απομόνωση και τη φτώχεια.
Ο Νίκος Καραβίτης, Αναπληρωτής Καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Υπεύθυνος Παρατηρητηρίου Δημόσιου Τομέα του ΙΟΒΕ, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, αναλύει τι θα σήμαινε η μονομερής απόρριψη των όρων της δανειακής σύμβασης, από την Ελλάδα, λέγοντας ότι θα πάψουν να ισχύουν τα σχετικά δάνεια και θα πάψουν οι εκταμιεύσεις τους, ενώ σημειώνει ότι αν η Ελλάδα αρνηθεί την εξυπηρέτηση του χρέους της θα πρέπει να καταφύγει σε στάση πληρωμών. Ως φυσική εξέλιξη αυτού ο κ. Καραβίτης βλέπει την αναγκαστική έξοδο της χώρας από το ευρώ και την επιστροφή σε μία υποτιμημένη δραχμή στην οποία θα οδηγήσουν οι αγορές, με αποτέλεσμα να βουλιάξει η χώρα στην απομόνωση και τη φτώχεια.
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις που θα έχει η οποιαδήποτε μονομερής
απόρριψη των όρων της δανειακής σύμβασης εκ μέρους της Ελλάδας ο .
Καραβίτης αναφέρει ότι: «Η μονομερής και συλλήβδην απόρριψη
(ακύρωση-καταγγελία-κατάργηση) των όρων της δανειακής σύμβασης με τους
Ευρωπαίους εταίρους μας οδηγεί μαθηματικά στην εξής πορεία: εφ’ όσον δεν
θα αναγνωρίζονται οι όροι της δανειακής σύμβασης, θα παύσουν να ισχύουν
και τα σχετικά δάνεια. Η εκταμίευσή τους αυτομάτως θα σταματήσει (ήδη
έχει «παγώσει» δόση €1 δισ. της εκταμίευσης του Μαρτίου) και το ελληνικό
δημόσιο θα αδυνατεί να καταβάλλει, εκτός από χρεωλύσια και τόκους στους
δανειστές μας, και πληρωμές που τα φορολογικά του έσοδα αδυνατούν να
καλύψουν. Όσοι ισχυρίζονται, ότι το ελληνικό δημόσιο θα έχει στο τρέχον
εξάμηνο, αλλά και μετά, αρκετά έσοδα για να πληρώσει όλα όσα χρειάζονται
για μισθούς, συντάξεις, υγεία κ.λπ. (και μάλιστα χωρίς να εφαρμόσει τα
μέτρα που προβλέπονται, ή και να τα αντιστρέψει), είτε
παραπληροφορούνται, είτε εσκεμμένα παραπληροφορούν».
Περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, αναφέρει:
«Αρκεί να πούμε ότι από το Μάιο του 2010 μέχρι τώρα η Ελλάδα έχει
χρηματοδοτηθεί με € 148 δισ., από τα οποία €28 δισ. κάλυψαν δαπάνες
εκτός της εξυπηρέτησης του χρέους και της ανακεφαλαιοποίησης των
τραπεζών (δηλαδή μισθούς, συντάξεις υγεία, άμυνα κ.λπ.). Για όλο το 2012
ο Κρατικός Προϋπολογισμός δημόσιο θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσει
συνολικές δαπάνες €175 δισ. με έσοδα μόλις €54 δισ. Ακόμα και να μη
λάβουμε υπόψη μας τα τοκοχρεωλύσια που πρέπει να πληρωθούν, μένει ένα
σημαντικό άνοιγμα.Για την αντιμετώπιση των αναγκών της η χώρα μας έχει
να λάβει άλλα €74 δισ., €45 δισ. από αυτά μέχρι το τέλος του έτους.
Πιθανή καταγγελία της δανειακής σύμβασης σημαίνει ότι το ποσό αυτό
ουδέποτε θα φτάσει στη χώρα μας. Στη συνέχεια, αν η Ελλάδα αρνηθεί την
εξυπηρέτηση του χρέους της, τότε θα πρέπει να καταφύγει σε στάση
πληρωμών ή/και βίαιες φορολογικές πολιτικές για να καλύψει όχι μόνο τα
€3 δισ. και πλέον που θα της λείπουν το 2012, αλλά και το επί πλέον
έλλειμμα που θα προκύψει από την καθίζηση των εσόδων. Αυτό θα συμβεί
καθώς η αναγγελία της μη εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων, άρα
χρεωκοπίας της χώρας, θα φέρει το τραπεζικό σύστημα σε οικτρή κατάσταση
και στην ουσία θα χρεωκοπήσει με τη σειρά του, ενώ η στάση πληρωμών του
δημοσίου θα εκμηδενίσει την οικονομική δραστηριότητα και την όποια
δυνατότητα ή προθυμία των πολιτών να πληρώσουν φόρους».
Όπως προσθέτειι: «Η μόνη διέξοδος στην κατάσταση αυτή θα είναι η
αναγκαστική αποχώρηση από το ευρώ. Εκεί δεν θα μας οδηγήσουν ούτε η
Ευρώπη, ούτε καμία Κυβέρνηση, αλλά τα αντικειμενικά γεγονότα και οι
αγορές και, μάλιστα, με απότομο και βίαιο τρόπο. Η ελληνική έξοδος από
το Ευρώ θα έχει σοβαρές μεν συνέπειες για την Ευρωζώνη, αλλά θα βυθίσει
τη χώρα μας στην απομόνωση και τη φτώχεια, καθώς σημαντικό μέρος της
κατανάλωσης, που προέρχεται κυρίως από εισαγωγές, δεν θα μπορεί να
ικανοποιηθεί. Οι καταναλωτές θα πρέπει να πληρώνουν τιμές ευρώ, έχοντας
εισοδήματα δραχμής. Μίας δραχμής που θα υποτιμάται συνέχεια, προκαλώντας
ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη των πολιτών
και δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην κοινωνία και την οικονομία,
καθώς ακόμα και είδη πρώτης ανάγκης (καύσιμα, φάρμακα, τρόφιμα) δεν θα
μπορούν να εισαχθούν ή να παραχθούν. Το κραχ της οικονομίας θα είναι
πρωτοφανές και η ανάταξή της θα απαιτήσει πολιτικές και μέτρα ασύγκριτα
πιο σκληρά και άμεσα από αυτά που έχουμε βιώσει μέχρι τώρα. Στην ουσία,
τα οφέλη που απεκόμισε η Ελλάδα από το 1995 μέχρι σήμερα θα μηδενιστούν
μέσα σε ένα έτος. Ποιος μπορεί να το αντέξει αυτό;».
Καταλήγοντας στο συλλογισμό του ο κ. Καραβίτης αναφέρειι: «Η Ελλάδα
έχει ήδη πληρώσει ένα σημαντικό κόστος επειδή δεν κατάφερε όλα αυτά τα
χρόνια να οργανώσει την οικονομία της όπως θα έπρεπε και να βάλει ένα
τέλος σε ανεύθυνες δημοσιονομικές πρακτικές. Τώρα που φαίνεται ότι με
την υποστήριξη των Ευρωπαίων εταίρων της έχει μια δυνατότητα να τα
καταφέρει, έστω και με μεγάλες θυσίες, θα πρέπει να κοιτάξει την αλήθεια
κατάματα, να διαλέξει την ευρωπαϊκή προοπτική και να διαγράψει από τις
εναλλακτικές λύσεις το ζοφερό μέλλον της επιστροφής στη δραχμή».
Βιογραφικό
O Νίκος Καραβίτης είναι Αναπληρωτής Αναπληρωτής καθηγητής Δημόσιας
Οικονομικής, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Υπεύθυνος Παρατηρητηρίου Δημόσιου
Τομέα του ΙΟΒΕ. Διδάσκει κυρίως Δημόσια Οικονομική και Μακροοικονομική.
Είναι πτυχιούχος Οικονομικών επιστημών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου
και κάτοχος Μ.Α. στην Οικονομική Ανάπτυξη και Ph.D. στη Δημόσια
Οικονομική από το Πανεπιστήμιο του Leicester.
Εργάστηκε ως αναλυτής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Εργάστηκε ως αναλυτής του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Σταύρος Μαυρουδέας
Ο Σταύρος Μαυρουδέας, Αναπληρωτής Καθηγητής στο γνωστικό αντικείμενο
«Πολιτική Οικονομία» στο Τμήμα Οικονομικών Σπουδών του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας, χαρακτηρίζει ως πραγματικό διακύβευμα των εκλογών της 17ης
Ιουνίου το εάν θα μπει ή όχι η χώρα σε μία τροχιά απεμπλοκής από την ΕΕ,
διατυπώνοντας την άποψη ότι η ΕΕ αποτελεί μία ιεραρχική
πολιτικο-οικονομική ενοποίηση προς όφελος των ισχυρότερων χωρών (του
ευρω-κέντρου) και σε βάρος των πιο αδύνατων.
Απαντώντας στο δίλημμα «ευρώ ή χάος» και αν μπορεί να καταγγελθεί το
Μνημόνιο και η Ελλάδα να συνεχίσει ως μέλος της ΕΕ και της ευρωζώνης,
αναφέρει στη συνέντευξή του : «Το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών της
17ης Ιουνίου είναι εάν θα μπει ή όχι η χώρα σε μία τροχιά απεμπλοκής από
την ΕΕ. Η ένταξη στην ΕΕ - η σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα» του ελληνικού
κατεστημένου οδηγεί (όπως και οι προηγούμενες) στην καταστροφή. Η ΕΕ δεν
είναι το κοινό σπίτι των λαών και ούτε μπορεί να γίνει. Αποτελεί μία
ιεραρχική πολιτικο-οικονομική ενοποίηση προς όφελος των ισχυρότερων
χωρών (του ευρω-κέντρου) και σε βάρος των πιο αδύνατων (της
ευρω-περιφέρειας) με αποτέλεσμα την αποσάθρωση των οικονομιών της
ευρω-περιφέρειας. Στην Ελλάδα τα συμπτώματα ήταν ήδη ορατά πριν από την
κρίση και παρά τη δανειακά τροφοδοτούμενη ευωχία: αποβιομηχάνιση,
κατάρρευση του αγροτικού τομέα, εμπορική εξάρτηση (μετατροπή σε αγορά
του ευρω-κέντρου), φθίνουσα ανταγωνιστικότητα κλπ».
Όπως αναφέρει: «το ξέσπασμα της τρέχουσας παγκόσμιας οικονομικής
κρίσης έφερε στο προσκήνιο τόσο τα θεμελιακά δομικά προβλήματα της ΕΕ
(μη-βέλτιστη νομισματική περιοχή κλπ.) όσο και τα επιπρόσθετα προβλήματα
που αυτή δημιούργησε στην ευρω-περιφέρεια. Η απάντηση της ΕΕ είναι η
«κινεζοποίηση» της ευρω-περιφέρειας (με τον εργασιακό και οικονομικό
μεσαίωνα για τους εργαζόμενους και τους μικρο-μεσαίους και την μετατροπή
των χωρών της σε οικονομικά προτεκτοράτα), έτσι όπως συγκεφαλαιώνεται
στην πολιτική των Μνημονίων».
Ο κ. Μαυρουδέας προσθέτει πως «η μνημονιακή πολιτική, έχει ήδη
οδηγήσει την Ελλάδα στα πρόθυρα της καταστροφής, μετρώντας μία υποχώρηση
του ΑΕΠ κατά 14% και χωρίς ένα τέλος στην ύφεση καθώς, παρά τις μονίμως
διαψευδόμενες επίσημες προβλέψεις, το 2012 πιθανά θα κλείσει με ύφεση
μεγαλύτερη (ίσως και 8%) αυτής του 2011 (6.9%). Φυσικά τα εισοδήματα των
εργαζομένων έχουν υποχωρήσει ήδη περισσότερο καθώς επωμίζονται
δυσανάλογα το κόστος της ύφεσης».
Αναφερόμενος στις αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό ότι «γι’ αυτό
κατέρρευσε ο δικομματισμός στις προηγούμενες εκλογές» και προσθέτει ότι
«ο λαός κατανοεί ότι ο δρόμος των Μνημονίων είναι αδιέξοδος. Όμως δεν
έχει συνειδητοποιήσει ακόμη ότι το Μνημόνιο είναι η κορυφή του
παγόβουνου, και σ’ αυτό οι ευθύνες της ελληνικής Αριστεράς συνολικά
είναι τραγικές. Η μόνη διέξοδος είναι όχι απλά η κατάργηση του, ούτε μία
έξοδος από την ΟΝΕ καθώς αυτά είναι ημίμετρα που μόνο μέσα σε μία
ευρύτερη συνολική κατεύθυνση μπορούν να λειτουργήσουν. Η κατεύθυνση αυτή
είναι η αποδέσμευση της Ελλάδας από την ΕΕ και η ανεξάρτητη,
σχεδιασμένη και υπό δημόσιο έλεγχο και ιδιοκτησία ανασυγκρότηση της
οικονομίας της».
«Γι’ αυτό το δίλημμα ευρώ ή χάος, που θέτει το ελληνικό κατεστημένο
και οι ξένοι πάτρωνες του προσπαθώντας να ξεδοντιάσουν την
αντιμνημονιακή δυσαρέσκεια, είναι παραπλανητικό», προσθέτει και
ξεκαθαρίζει ότι «το ευρώ σημαίνει ήδη χάος. Για χάρη του η Ελλάδα και τα
εισοδήματα της μεγάλης εργαζόμενης πλειοψηφίας είναι σε ελεύθερη πτώση.
Και φυσικά κάθε άλλο παρά παράδεισο αποτελεί καθώς η διάλυση του
πιθανολογείται ενώ και όσοι προετοιμάζονταν να μπουν σε αυτό έχουν
υπαναχωρήσει για λόγους ευνόητους. Όμως η έξοδος από την ΟΝΕ δεν αρκεί
καθώς δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης της
χώρας. Καμία παραγωγική ανασυγκρότηση, προς όφελος του λαού και του
τόπου, δεν μπορεί να γίνει χωρίς ανεξάρτητη βιομηχανική και εμπορική
πολιτική που αποκλείονται στα πλαίσια της ΕΕ. Συνεπώς απαιτείται η
συνολική αποδέσμευση από αυτή».
Συνεχίζει λέγοντας ότι «παρόμοια, η καταγγελία του Μνημονίου (που
συνδέεται άρρηκτα με τη Δανειακή Σύμβαση) μπορεί να γίνει στα πλαίσια
της ΕΕ αλλά αυτό σημαίνει ουσιαστικά επαναδιαπραγμάτευση του. Με τους
υπάρχοντες συσχετισμούς το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα είναι η επιμήκυνση
του Μνημονιακού προγράμματος κατά 1-3 χρόνια, δηλαδή η ηπιότερη
εφαρμογή του (εφόσον η παγκόσμια οικονομική κρίση και η κρίση της ΕΕ το
επιτρέψουν). Αυτό απλά θα κάνει πιο αργό το θάνατο της χώρας αλλά δεν θα
λύσει, και μάλιστα σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, κανένα δομικό πρόβλημα».
Όσον αφορά το ενδεχόμενο η ΕΕ να κινήσει διαδικασίες εξόδου της
Ελλάδας από την ευρωζώνη, καθώς και τις συνέπειες τόσο για τον ελληνικό
λαό, εάν η χώρα επιστρέψει στη δραχμή ή παραμείνει στο ευρώ υπό
δυσβάσταχτους όρους και αν αυτά τα σενάριο θα σήμαινε και χρεοκοπία,
παρασύροντας και άλλες χώρας ο κ. Μαυρουδέας λέγει: «Τυπικά καμία
συμμετέχουσα χώρα δεν μπορεί να εκδιωχθεί από την ΟΝΕ παρά μόνον
εθελουσίως. Μπορεί επομένως να εξαναγκασθεί η Ελλάδα στο δρόμο αυτό
εφόσον το επιλέξει το ευρω-κέντρο. Προς το παρόν το τελευταίο απειλεί
γι’ αυτό ακριβώς για να μην αμφισβητηθεί η Μνημονιακή πολιτική (που
στηρίζει το ευρώ). Αφετέρου, προβληματίζεται εάν μία τελετουργική έξοδος
θα μετριάσει την κρίση της ΕΕ ή θα την ενισχύσει».
Όπως αναφέρει «στο πρώτο σενάριο η Ελλάδα και άλλες χώρες της
ευρω-περιφέρειας θα μπουν σε ένα μηχανισμό σαν το παλιό (και αποτυχόν)
Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (δηλαδή τα νομίσματα τους θα εξαρτώνται
από το ευρώ) και φυσικά θα είναι δέσμια της Κοινής Αγοράς. Στο δεύτερο
όμως σενάριο το σπάσιμο της ευρωζώνης (γιατί γι’ αυτό μιλάμε) θα είναι
ανεξέλεγκτο καθώς η Ισπανία μπαίνει ουσιαστικά σε Μνημόνιο, η Ιταλία
είναι ήδη σε κρίση και η Γαλλία, το Βέλγιο και ακόμη και η Ολλανδία δεν
είναι μακριά. Αυτός ο φόβος είναι που συγκρατεί το ευρω-κέντρο και το
κάνει να απειλεί μόνο αλλά να διστάζει να προχωρήσει σε μία με δικούς
του όρους έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ» και κλείονοντας αναφέρει ότι
«μία έξοδος από την ΟΝΕ μέσα στα πλαίσια της ΕΕ και υπό τους όρους της
θα ολοκληρώσει την καταστροφή που η Μνημονιακή στρατηγική παραμονής στο
ευρώ και στην ΕΕ έχει ήδη προκαλέσει».
Βιογραφικό
Ο Σταύρος Μαυρουδέας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο γνωστικό
αντικείμενο «Πολιτική Οικονομία» στο Tμήμα Οικονομικών Σπουδών του
Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Έλαβε το πτυχίο του στα Οικονομικά από το
Οικονομικό Τμήμα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
(1984), το πτυχίο μεταπτυχιακών σπουδών από τη Σχολή Ανατολικών και
Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (1986) και το
διδακτορικό του από το Κολλέγιο Birkbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου
(1990). Από το 1993 εργάζεται και διδάσκει στο Οικονομικό Τμήμα του
Πανεπιστημίου Μακεδονίας όπου εκλέχθηκε Λέκτορας (1993), Επίκουρος
Καθηγητής (1996) και Αναπληρωτής Καθηγητής (2002). Έχει δημοσιεύσει
πολλά άρθρα σε διεθνή και ελληνικά ακαδημαϊκά περιοδικά στο χώρο της
Πολιτικής Οικονομίας καθώς και δύο σχετικά βιβλία. Έχει διατελέσει μέλος
της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, μέλος της επιτροπής του
Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Προγράμματος στην Οικονομική Επιστήμη καθώς
και μέλος σε πολλές άλλες διοικητικές επιτροπές του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας. Έχει επίσης συμμετάσχει ως μέλος σε πολλά Εκλεκτορικά Σώματα
τόσο στο τμήμα του όσο και σε τμήματα άλλων πανεπιστημίων. Έχει
διατελέσει μέλος του ΔΣ του Συλλόγου μελών ΔΕΠ του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας καθώς και της Διοικούσας Επιτροπής της Πανελλήνιας
Ομοσπονδίας Συλλόγων ΔΕΠ (ΠΟΣΔΕΠ). Επίσης, είναι Gραμματέας της
Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας κατά την τρέχουσα
περίοδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου